Αναρτήθηκε από: religionlawgr | 26 Ιουλίου, 2010

Αιτιολογική Έκθεση Ν. 3848/2010

(ID:00037)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

στο σχέδιο νόμου «Αναβάθμιση του ρόλου του εκπαιδευτικού – καθιέρωση κανόνων αξιολόγησης και αξιοκρατίας στην εκπαίδευση και λοιπές διατάξεις»

(Σημείωση των επιμελητών ύλης: Οι τρείς αστερίσκοι μεγάλου μεγέθους υποδηλώνουν τμήματα κειμένου που παραλείπονται από την ανάρτηση στον παρόντα ιστότοπο. Οι αστερίσκοι που βρίσκονται εντός του κειμένου και οι υποσημειώσεις γκρίζου χρώματος στο τέλος κάθε ενότητας στις οποίες παραπέμπουν προστέθηκαν από τους επιμελητές ύλης του παρόντος ιστότοπου. Οι υποσημειώσεις μαύρου χρώματος με τρεις αστερίσκους μικρού μεγέθους αποτελούν τμήμα του αναρτώμενου κειμένου. Με κόκκινο χρώμα εμφανίζονται σύνδεσμοι – links – με άλλα κείμενα, που ενεργοποιούνται πατώντας σ’ αυτούς).

Προς τη Βουλή των Ελλήνων

Το σχέδιο νόμου, που προτείνεται για ψήφιση στην Εθνική Αντιπροσωπεία, είναι το πρώτο από μια σειρά νομοθετικών πρωτοβουλιών οι οποίες αφορούν στη διαμόρφωση του θεσμικού πλαισίου για την υλοποίηση του προγράμματος για το «Νέο Σχολείο» σύμφωνα με το σχέδιο δράσης που εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 04.03.2010. Εντάσσεται στη συνολική πολιτική πρόταση της κυβέρνησης, που οδηγεί στην υλοποίηση του διακηρυγμένου στόχου της για «Δημόσια, δωρεάν και υψηλής ποιότητας παιδεία για όλους» η οποία κάνει πράξη το σύνθημα «πρώτα ο μαθητής». Το «Νέο Σχολείο» είναι το μεγάλο και οραματικό σχέδιο και αφορά τη συνολική αλλαγή του περιεχομένου και της λειτουργίας του εκπαιδευτικού συστήματος της χώρας. Θέτει τον μαθητή στο επίκεντρο κάθε πρωτοβουλίας μας στο χώρο της εκπαίδευσης και απαιτεί τον συντονισμό και τη σύγκλιση όλων των επιλογών, των ρυθμίσεων, των επενδύσεων, των αποφάσεων για την εξασφάλιση των προϋποθέσεων και τη διαμόρφωση των όρων για την εκπλήρωση υψηλών προσδοκιών για κάθε μαθητή, την άρση των ανισοτήτων και τη σύγκλιση με τους στόχους που έχουν τεθεί για την εκπαίδευση από την Ε.Ε. .

Στην κατεύθυνση αυτή και σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα του προγράμματος για το «Νέο Σχολείο», προβλέπονται παράλληλα μια σειρά δράσεων που συγχρηματοδοτούνται από το ΕΣΠΑ, όπως οι Ζώνες Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας (ΖΕΠ), η μείωση της διδακτέας ύλης, τα νέα προγράμματα σπουδών, η αναδιοργάνωση του ολοήμερου σχολείου, οι στοχευμένες επιμορφώσεις των εκπαιδευτικών και η ψηφιακή τάξη με το ψηφιακό εκπαιδευτικό υλικό, τον διαδραστικό πίνακα, το ηλεκτρονικό βιβλίο και τον προσωπικό μαθητικό υπολογιστή.

Αποτελεί κοινή παραδοχή ότι η παροχή υψηλής ποιότητας εκπαίδευσης αποτελεί καθοριστικό παράγοντα προσωπικής επιτυχίας κάθε νέου και κάθε πολίτη, αλλά και το σημαντικότερο μοχλό ανάπτυξης της κοινωνίας και της οικονομίας κάθε χώρας. Κατά συνέπεια, οι αρνητικές διαπιστώσεις όσον αφορά στην ποιότητα και την αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού μας συστήματος σηματοδοτούν την αναγκαιότητα για άμεσες παρεμβάσεις, ώστε να αντιμετωπιστούν πάγιες, ανορθολογικές καταστάσεις που εντοπίζονται καθημερινά στο σχολείο.

Με βάση τις διαπιστωμένες αδυναμίες το Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων έθεσε υπόψη των εκπαιδευτικών, των μαθητών, των γονέων και των πολιτών τις αρχές, το πλαίσιο και τις κατ’ αρχήν προτάσεις, προκειμένου αυτές να αποτελέσουν αντικείμενο δημόσιας διαβούλευσης. Την ηλεκτρονική διαβούλευση που ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο του 2010, και στην οποία έλαβαν μέρος 3.500 πολίτες, ακολούθησε η ποσοτική και ποιοτική ανάλυση των προτάσεων. Παράλληλα:

– Ελήφθησαν υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και οι μελέτες του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου.

– Ζητήθηκαν και εστάλησαν από όλα τα παιδαγωγικά και καθηγητικά τμήματα της χώρας προτάσεις για την παιδαγωγική και διδακτική επάρκεια των εκπαιδευτικών.

– Ζητήθηκαν και κατατέθηκαν γραπτές προτάσεις από τις συνδικαλιστικές ομοσπονδίες των εκπαιδευτικών.

– Συγκεντρώθηκαν και ομαδοποιήθηκαν τα αντίστοιχα συστήματα χωρών της Ε.Ε μέσω του δικτύου ΕΥΡΥΔΙΚΗ.

– Μελετήθηκε και αποδελτιώθηκε η σχετική επιστημονική αρθρογραφία και κριτική.

Το υλικό αυτό αξιολογήθηκε και συνεκτιμήθηκε για την τελική διαμόρφωση αυτού του σχεδίου νόμου.

Το σχέδιο νόμου διαρθρώνεται σε (6) κεφάλαια.

Τα τρία πρώτα κεφάλαια αναφέρονται στην αναβάθμιση των προσόντων και του ρόλου του εκπαιδευτικού πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

Σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες τις τελευταίες δεκαετίες αναβαθμίζονται τα απαιτούμενα προσόντα του εκπαιδευτικού. Απαιτείται συνδυασμός υψηλών γνώσεων, αλλά και ειδικών δεξιοτήτων για την επιτυχή αντιμετώπιση των νέων, σύνθετων και μεγάλων προκλήσεων της τάξης. Με το παρόν νομοσχέδιο θεσμοθετείται το πιστοποιητικό παιδαγωγικής-διδακτικής επάρκειας ως προϋπόθεση για την συμμετοχή σε ένα νέου τύπου διαγωνισμό του ΑΣΕΠ. Θεσμοθετείται επίσης, ο μέντορας που έχει την ευθύνη υποστήριξης, του επί διετία δοκίμου εκπαιδευτικού. Στόχος μας είναι να επιλέγονται οι άριστοι των εκπαιδευτικών και να δίδονται ίσες ευκαιρίες με τη συνεργασία όλων των θεσμών του εκπαιδευτικού συστήματος και όλων των βαθμίδων.

Διεθνείς έρευνες, με πιο χαρακτηριστική αυτή του ΟΟΣΑ, που δημοσιοποιήθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο, κατέδειξαν ότι η Ελλάδα ανήκει στις χώρες με την καλύτερη αναλογία μαθητών ανά εκπαιδευτικό χωρίς αυτό να έχει ποιοτικό αντίκρισμα στην πράξη. Η κατανομή του εκπαιδευτικού δυναμικού της χώρας είναι ανορθολογική, με αποτέλεσμα να συνυπάρχουν πλεονασματικές και ελλειμματικές περιοχές σε εκπαιδευτικό προσωπικό.

Η διαχρονικά θετική παρουσία του εκπαιδευτικού, ο οποίος παρά τις δύσκολες συνθήκες έδωσε και δίνει τη μάχη στο δημόσιο σχολείο, με εντυπωσιακά πολλές φορές αποτελέσματα, δεν αρκεί για να διασφαλιστεί η ποιότητα που απαιτεί σήμερα το σύγχρονο σχολείο. Κρίθηκε επομένως σκόπιμο να δοθεί προτεραιότητα στη ρύθμιση θεμάτων που αφορούν στη ορθολογική διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού και στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου, ως βάση για κάθε περαιτέρω ενέργεια.

Στόχος είναι η εξασφάλιση ενός ενδυναμωμένου, κατάλληλα εκπαιδευμένου εκπαιδευτικού που δημιουργεί σταθερή σχέση με τη τάξη, αλλά και των πιο ικανών, άξιων και υπεύθυνων στελεχών σε κάθε σχολική μονάδα και σε κάθε οργανική μονάδα του συστήματος διοίκησης της εκπαίδευσης. Στόχος επίσης είναι ο εξορθολογισμός της διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού στη δημόσια και ιδιωτική εκπαίδευση με αποτέλεσμα την καλύτερη λειτουργία του σχολείου.

Το σχέδιο νόμου θέτει τις βάσεις για την επίτευξη του βασικού στόχου και προωθεί την αντικειμενικότητα στην κρίση, την αξιοκρατία στις επιλογές, την χωρίς παρεμβάσεις εξέλιξη, την ορθολογική λειτουργία, την αποτροπή της σπατάλης και εν τέλει την αποτελεσματικότητα του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου και την παροχή υψηλής ποιότητας παιδείας στον μαθητή, στον κάθε μαθητή.

Με πρωταγωνιστή τον εκπαιδευτικό θα κάνουμε πράξη και θα πετύχουμε το μείζονα στόχο, που είναι το «Νέο Σχολείο» ένα σύγχρονο σχολείο για τον μαθητή. Όλες ανεξαιρέτως οι ρυθμίσεις υπηρετούν πρώτα και κύρια τον μαθητή και τις δικές του ανάγκες.

Τα επόμενα τρία κεφάλαια περιλαμβάνουν:

Επί μέρους ρυθμίσεις που αφορούν σε επείγουσες βελτιώσεις για την σωστή λειτουργία της δευτεροβάθμιας εκκλησιαστικής εκπαίδευσης, της μεταλυκειακής εκπαίδευσης και των ΑΕΙ που κρίθηκαν αναγκαίες αλλά και επείγουσες, χωρίς να θίγουν τις επικείμενες συνολικότερες θεσμικές αλλαγές σε ειδικότερους τομείς ή άλλες βαθμίδες εκπαίδευσης.

Ειδικότερα:

* * *

Με το ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ καθιερώνεται ένα αξιοκρατικό σύστημα επιλογής στελεχών διοίκησης στην εκπαίδευση, από τους σχολικούς συμβούλους και διευθυντές εκπαίδευσης μέχρι τους διευθυντές διθέσιων σχολικών μονάδων. Εξειδικεύονται οι προϋποθέσεις επιλογής και ανατρέπεται το υφιστάμενο σύστημα το οποίο απέκλειε ικανούς υποψηφίους αφ’ ενός με τον συγκεκριμένο τρόπο μοριοδότησης αφ’ ετέρου με την αδιαφανή διαδικασία συνέντευξης.

Τα νέα κριτήρια επιλογής είναι: α) η γνώση του αντικειμένου του προς άσκηση έργου με βάση αφενός την επιστημονική-παιδαγωγική συγκρότηση και αφετέρου την υπηρεσιακή κατάσταση και εμπειρία, όπως προκύπτει από τα στοιχεία των υπηρεσιακών φακέλων, β) η προσωπικότητα και γενική συγκρότηση του υποψηφίου και γ) η συμβολή του στο εκπαιδευτικό έργο από τις θέσεις που είχε υπηρετήσει με βάση αξιολογικές εκθέσεις.

Με το σχέδιο νόμου:

Διασφαλίζεται η διεύρυνση της βάσης των υποψηφίων.

Εντάσσεται, ως προϋπόθεση για τη συμμετοχή στη διαδικασία επιλογής, η πιστοποίηση επιπέδου 1 στις ΤΠΕ και τα πιστοποιητικά διοικητικής ή καθοδηγητικής επάρκειας από το ΕΚΔΔΑ.

Εισάγεται για πρώτη φορά ως προϋπόθεση, η συμμετοχή του υποψηφίου στις διαδικασίες αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου.

Αναβαθμίζεται η διαδικασία της συνέντευξης: εισάγεται στη διαδικασία στάδιο προετοιμασίας του υποψηφίου σε συγκεκριμένη μελέτη περίπτωσης, ώστε η συνέντευξη να εστιάζει στις ικανότητες του υποψηφίου για αντίληψη της πραγματικότητας και αξιοποίηση των δυνατοτήτων του για ανάληψη πρωτοβουλιών. Θεσπίζεται η μαγνητοφώνηση της συνέντευξης και η υποχρέωση των μελών του συμβουλίου για ξεχωριστή και αιτιολογημένη βαθμολογία. Προβλέπεται έκθεση αυτοαξιολόγησης του υποψηφίου και προγραμματισμός του έργου του.

Ο ορισμός των μελών του κάθε συμβουλίου επιλογής, βασίζεται στις προτάσεις ανεξαρτήτων φορέων εκπαίδευσης (ΑΕΙ, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, κτλ). Ειδικά για τον πρόεδρο προβλέπεται γνωμοδότηση της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής. Παράλληλα προβλέπεται η εκπροσώπηση και των δύο φύλων στα συμβούλια επιλογής.

Τα νέα κριτήρια εξειδικεύονται για κάθε κατηγορία στελεχών, είναι πλήρως αποσαφηνισμένα, αναφέρονται αναλυτικά, ενώ μεταβατικές διατάξεις εξασφαλίζουν την απρόσκοπτη λειτουργία μέχρι την πλήρη εφαρμογή του νέου νόμου.

Με το ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ ρυθμίζονται «θέματα υπηρεσιακών μεταβολών και αξιολόγησης» δηλαδή θέματα μεταθέσεων, αποσπάσεων, μετατάξεων και καθιερώνεται ο προγραμματισμός και η αξιολόγηση της δράσης των σχολικών μονάδων και των εκπαιδευτικών.

Ρυθμίζονται θέματα αποσπάσεων τα οποία οδηγούσαν σε πλήρη στρέβλωση του σκοπού τους. Καθιερώνονται τα εξής: α) ουδεμία απόσπαση πραγματοποιείται πριν καλυφθούν οι λειτουργικές ανάγκες της σχολικής μονάδας από την οποία αποσπάται ο εκπαιδευτικός, ώστε να υπηρετείται το «πρώτα ο μαθητής», β) σε περίπτωση απόσπασης ως μονάδες μετάθεσης υπολογίζονται οι προβλεπόμενες για την υπηρεσία, στην οποία αποσπάται ο εκπαιδευτικός και όχι οι μονάδες της αρχικής τοποθέτησης και γ) ότι οι πλεονάζοντες εκπαιδευτικοί αποσπώνται για την κάλυψη αναγκών σε άλλα σχολεία ξεκινώντας από μονάδες της ίδιας περιοχής με βάση το δημόσιο συμφέρον.

Προβλέπεται επίσης: α) η λήξη όλων των αποσπάσεων στο Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων και τους εποπτευόμενους από αυτό νομικά πρόσωπα στις 31.8.2010 όπως ισχύει για όλες τις αποσπάσεις εκπαιδευτικών, β) η δυνατότητα μετάταξης εκπαιδευτικών σε διοικητικές υπηρεσίες του Υπουργείου οι οποίες δίνουν διέξοδο στο διαχρονικό πρόβλημα στελέχωσης του υπουργείου Παιδείας κατά 70% με αποσπασμένους εκπαιδευτικούς.

Θεσπίζεται ο ετήσιος προγραμματισμός δράσης κάθε σχολικής μονάδας και η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου βάσει κριτηρίων όπως ο καθορισμός στόχων, η συνολική απόδοση, η υλοποίηση του προγράμματος, η δράση, οι επιτυχίες, οι αδυναμίες και τα προβλήματα που αντιμετωπίστηκαν. Αντίστοιχα θεσπίζεται και η δημόσια παρουσίαση των αποτελεσμάτων στη σχολική κοινότητα, στους γονείς, αλλά και στο διαδίκτυο.

* * *

Με το ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ ρυθμίζονται «θέματα της δευτεροβάθμιας εκκλησιαστικής εκπαίδευσης και λοιπά εκκλησιαστικά θέματα».

Με τις σχετικές ρυθμίσεις: α) επιχειρείται η εναρμόνιση του πλαισίου λειτουργίας των εκκλησιαστικών σχολείων με το γενικότερο πλαίσιο που διέπει την δημόσια δευτεροβάθμια εκπαίδευση, και β) προβλέπονται λύσεις για σειρά θεμάτων που προκύπτουν από καταργήσεις ή συγχωνεύσεις σχολικών εκκλησιαστικών μονάδων, όπως π.χ. για τους μαθητές, το εκπαιδευτικό και διοικητικό προσωπικό άλλα και για το αρχείο των μαθητικών θεμάτων, τα έπιπλα, τον εξοπλισμό και τις βιβλιοθήκες.

Οι υφιστάμενες σήμερα δομές δευτεροβάθμιας εκκλησιαστικής εκπαίδευσης, είναι 10 γυμνάσια και 17 Λύκεια (με 218 και 481 μαθητές, αντίστοιχα). Με την κατάργηση ή συγχώνευση ορισμένων από αυτά εκτιμάται ότι θα υπάρξει αναβάθμιση του εκπαιδευτικού έργου, που προσφέρεται και σημαντική εξοικονόμηση πόρων.

Ρυθμίζονται επίσης θέματα διοικητικού χαρακτήρα της Εκκλησίας της Ελλάδος, της Εκκλησίας της Κρήτης, των Μητροπόλεων της Δωδεκανήσου και διαφόρων Μητροπόλεων ανά την επικράτεια, με τα οποία χωρίς οικονομική επιβάρυνση διευκολύνεται το έργο τους.

* * *

Ειδικότερα, επί των άρθρων του σχεδίου νόμου:

* * *

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

ΕΠΙΛΟΓΗ ΣΤΕΛΕΧΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Άρθρο 10

Πίνακες επιλογής στελεχών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης

Το άρθρο 10 αναφέρεται στους αξιολογικούς πίνακες και τις προτάσεις που καταρτίζονται για την επιλογή των στελεχών της εκπαίδευσης, των οποίων η θητεία ορίζεται τετραετούς διάρκειας. Πιο συγκεκριμένα καταρτίζονται αξιολογικοί πίνακες για σχολικούς συμβούλους, διευθυντές εκπαίδευσης, προϊσταμένους γραφείων, διευθυντές σχολικών μονάδων και ΣΕΚ και προϊσταμένους ΚΕΔΔΥ. Οι πίνακες ισχύουν για τέσσερα έτη και εξασφαλίζουν τη δυνατότητα άμεσης τοποθέτησης στελέχους σε κενούμενες θέσεις. Προτάσεις καταρτίζονται για προϊσταμένους των τμημάτων επιστημονικής και παιδαγωγικής καθοδήγησης των περιφερειακών διευθύνσεων εκπαίδευσης , προϊσταμένους των τμημάτων εκπαιδευτικών θεμάτων των διευθύνσεων εκπαίδευσης και υποδιευθυντές σχολικών μονάδων και ΣΕΚ.

Άρθρο 11

Προϋποθέσεις επιλογής

Στο άρθρο 11 ορίζονται αναλυτικά και κατά κατηγορία στελεχών τα προσόντα που πρέπει να διαθέτουν οι υποψήφιοι για να έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν στις διαδικασίες επιλογής.

Ειδικότερα στις παραγράφους 1 έως 7 αναφέρονται οι προϋποθέσεις που αφορούν στην απαραίτητη προϋπηρεσία και προσδιορίζεται το είδος και η χρονική διάρκειά της, ανάλογα με τις απαιτήσεις της κάθε θέσης στελέχους.

Παράλληλα στην παράγραφο 8 ορίζονται ως προϋποθέσεις το πιστοποιητικό καθοδηγητικής επάρκειας για τους σχολικούς συμβούλους και το πιστοποιητικό διοικητικής επάρκειας για την επιλογή διευθυντών εκπαίδευσης, προϊσταμένων γραφείων, προϊσταμένων Κ.Ε.Δ.Δ.Υ. και διευθυντών σχολικών μονάδων. Τα πιστοποιητικά αυτά χορηγούνται ύστερα από επιτυχή παρακολούθηση αντίστοιχου ειδικού προγράμματος στο Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης.

Στην παράγραφο 8 επίσης αναφέρεται ότι για την επιλογή σε όλες τις θέσεις, για τις οποίες καταρτίζονται πίνακες απαιτείται επίσης πιστοποιητικό γνώσεων και δεξιοτήτων στις Τεχνολογίες της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών (Τ.Π.Ε.) επιπέδου 1.

Στην παράγραφο 10 ορίζεται ως προϋπόθεση η προηγούμενη συμμετοχή των υποψηφίων στις διαδικασίες αξιολόγησης που προβλέπονται από τις σχετικές διατάξεις.

Τέλος στην παράγραφο 11 του άρθρου προβλέπεται ότι «δεν επιλέγεται ως στέλεχος της εκπαίδευσης εκπαιδευτικός ο οποίος έχει καταδικαστεί τελεσίδικα για πειθαρχικό παράπτωμα από αυτά που ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 109 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007, Α΄ 26) ή για τον οποίον συντρέχουν τα κωλύματα διορισμού της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ίδιου Κώδικα».

Άρθρο 12

Κριτήρια επιλογής

Στο άρθρο 12 ορίζονται ως κριτήρια επιλογής: α) η γνώση – επιστημονική και εμπειρική του αντικειμένου του προς άσκηση έργου, β) η προσωπικότητα και η γενική συγκρότηση του υποψηφίου και γ) η αξιολογημένη συμβολή του υποψηφίου στο εκπαιδευτικό έργο από τις θέσεις στις οποίες έχει υπηρετήσει. Τα κριτήρια αυτά αποτιμώνται μέσω συγκεκριμένων δεικτών σε αξιολογικές μονάδες, το σύνολο των οποίων έχει ανώτατο όριο τις 65 μονάδες και οδηγεί σε κατάταξη του υποψηφίου στον αξιολογικό πίνακα.

Άρθρα 13 και 14

Αποτίμηση κριτηρίων επιλογής σχολικών συμβούλων και αποτίμηση κριτηρίων επιλογής διευθυντών εκπαίδευσης, προϊσταμένων γραφείων, προϊσταμένων Κ.Ε.Δ.Δ.Υ. και διευθυντών σχολικών μονάδων και Σ.Ε.Κ.

Στα άρθρα 13 και 14 εξειδικεύονται σε δείκτες τα κριτήρια του άρθρου 12 του παρόντος, και προσδιορίζεται η αριθμητική αποτίμηση του κάθε δείκτη για τα καθοδηγητικά και τα διοικητικά στελέχη αντίστοιχα. Ορίζεται επίσης η αριθμητική αποτίμηση του κάθε κριτηρίου και προσδιορίζεται η σχετική του βαρύτητα ανάλογα με τη θέση και τις ιδιαίτερες γνώσεις και ικανότητες που απαιτεί. Στις αναφερόμενες στις διατάξεις των άρθρων σπουδές στις «επιστήμες της αγωγής» περιλαμβάνονται σπουδές στα παιδαγωγικά, στη διδακτική, καθώς και σε σπουδές στην εκπαίδευση.

Επαναπροσδιορίζεται η διαδικασία της συνέντευξης, με την οποία αξιολογείται η προσωπικότητα και η γενική συγκρότηση του υποψηφίου και ενισχύεται η αξιοπιστία, αντικειμενικότητα και η διαφάνεια.

Στην παράγραφο 4 ορίζεται ότι «η διαδικασία περιλαμβάνει τρεις φάσεις, την προετοιμασία του υποψηφίου πάνω σε μια μελέτη περίπτωσης, την εισήγηση από μέλος του συμβουλίου σχετικά με τον φάκελο του υποψηφίου και την παρουσίαση από τον υποψήφιο του θέματος, το οποίο έχει επεξεργαστεί», καθώς επίσης ότι «η συνέντευξη ενώπιον του συμβουλίου επιλογής μαγνητοφωνείται για να διασφαλίζεται η διαφάνεια». Σημειώνεται ότι αναφέρεται στα συμβούλια του άρθρου 16, με νέα σύνθεση και ότι εισήγηση από κάποιο μέλος του συμβουλίου σχετικά με τον φάκελο του κάθε υποψηφίου σηματοδοτεί αφενός την αρτιότερη λειτουργία του οργάνου και αφετέρου την καλύτερη προετοιμασία της διαδικασίας και την πληρέστερη προσέγγιση των στοιχείων που αφορούν την προσωπικότητα και τη συγκρότηση του υποψηφίου.

Επιπλέον, στο εδάφιο β της παραγράφου 5 προβλέπεται ότι για τη μοριοδότηση της συνέντευξης το αρμόδιο συμβούλιο επιλογής συνεκτιμά «υπόμνημα του υποψηφίου, το οποίο περιλαμβάνει έκθεση αυτοαξιολόγησης και προγραμματισμό του έργου του σε περίπτωση επιλογής του. Για την αξιολόγηση των στοιχείων του υπομνήματος ο υποψήφιος δύναται να καταθέσει σχετικά στοιχεία σε παράρτημα. Το συμβούλιο επιλογής δύναται να ζητήσει περαιτέρω στοιχεία και ιδίως πρακτικά συνεδριάσεων συλλογικών οργάνων.» Πέραν της αντικειμενικότητας, που εξασφαλίζουν τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στο υπόμνημα, συμβάλλουν στην ανάπτυξη κουλτούρας αξιολόγησης και εκπαιδευτικού σχεδιασμού, ενώ η δυνατότητα προσφυγής στα πρακτικά συνεδριάσεων συλλογικών οργάνων για άντληση στοιχείων σχετικά με τη συμβολή του υποψηφίου αναβαθμίζει το κύρος και τη λειτουργία τους.

Στην παράγραφο 6 για πρώτη φορά ορίζεται ότι «το συμβούλιο επιλογής δύναται με ομόφωνη και πλήρως αιτιολογημένη απόφαση να αποκλείσει από την περαιτέρω διαδικασία υποψήφιο που κατά τη διάρκεια της συνέντευξης διαπιστώνεται ότι δεν είναι κατάλληλος για την άσκηση των καθηκόντων του σχολικού συμβούλου».

Άρθρο 15

Κριτήρια επιλογής προϊσταμένων τμημάτων εκπαιδευτικών θεμάτων, υποδιευθυντών σχολικών μονάδων και Σ.Ε.Κ., υπευθύνων τομέων Σ.Ε.Κ. και προϊσταμένων νηπιαγωγείων και ολιγοθέσιων δημοτικών σχολείων

Στο άρθρο 15 προσδιορίζονται τα κριτήρια επιλογής προϊσταμένων τμημάτων εκπαιδευτικών θεμάτων, υποδιευθυντών σχολικών μονάδων και Σ.Ε.Κ., υπευθύνων τομέων Σ.Ε.Κ. και προϊσταμένων νηπιαγωγείων και ολιγοθέσιων δημοτικών σχολείων, αντίστοιχα με αυτά του άρθρου 12.

Άρθρο 16

Συμβούλια επιλογής των στελεχών της εκπαίδευσης

Με το άρθρο 16 ρυθμίζονται τα θέματα της συγκρότησης των συμβουλίων επιλογής σχολικών συμβούλων και διευθυντών εκπαίδευσης και ορίζονται τα αρμόδια υπηρεσιακά συμβούλια για την επιλογή των λοιπών στελεχών. Σύμφωνα με την παράγραφο 2, τα συμβούλια επιλογής είναι επταμελή και αποτελούνται από α) Έναν πρόεδρο ή διατελέσαντα πρόεδρο παιδαγωγικού τμήματος ή καθηγητικής σχολής Α.Ε.Ι. με αναγνωρισμένη συμβολή στα θέματα παιδείας ή εκπαιδευτικό με αναγνωρισμένη εμπειρία στη διοίκηση και συμβολή στα θέματα παιδείας, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τον Υπουργό Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, β) Δύο μέλη Διδακτικού – Ερευνητικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.) βαθμίδας καθηγητή ή αναπληρωτή καθηγητή με εμπειρία στην άσκηση διοίκησης που ανήκουν σε παιδαγωγικά τμήματα ή καθηγητικές σχολές των A.E.I. ή, στην περίπτωση των συμβουλίων για την επιλογή διευθυντών, και σε τμήματα διοικητικής επιστήμης των Α.Ε.Ι. Τα μέλη προτείνονται με τους αναπληρωτές τους από τα πρυτανικά συμβούλια των πανεπιστημίων στα οποία απευθύνεται εγγράφως ο Υπουργός Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων.

Στο συμβούλιο κατά προτεραιότητα επιλέγονται μέλη Δ.Ε.Π. πανεπιστημίων τα οποία συμμετέχουν στη διαδικασία της αξιολόγησης. Από τα προτεινόμενα μέλη, ο Υπουργός επιλέγει δύο ως τακτικά και δύο ως αναπληρωματικά, γ) αα) Δύο συμβούλους ή μόνιμους παρέδρους του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, που προτείνονται με τους αναπληρωτές τους από τα αρμόδια όργανα του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου στην περίπτωση των συμβουλίων επιλογής σχολικών συμβούλων και ββ) ένα σύμβουλο ή μόνιμο πάρεδρο του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, που προτείνεται με τον αναπληρωτή του από τα ίδια πιο πάνω όργανα, καθώς και ένα μέλος του επιστημονικού προσωπικού του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης που προτείνεται με τον αναπληρωτή του από το Διοικητικό Συμβούλιο του Κέντρου στην περίπτωση των συμβουλίων επιλογής διευθυντών εκπαίδευσης και δ) Τους δύο αιρετούς εκπροσώπους των εκπαιδευτικών των κεντρικών υπηρεσιακών συμβουλίων της αντίστοιχης βαθμίδας, που αναπληρώνονται από τους νόμιμους αναπληρωτές τους.

Η παραπάνω σύνθεση και ο τρόπος επιλογής των μελών του, με προτάσεις από τα αρμόδια όργανα των φορέων από τους οποίους προέρχονται, προσδίδει αυξημένη νομιμοποίηση, κύρος και αξιοπιστία. Επισημαίνεται ότι ο Πρόεδρος των παραπάνω συμβουλίων ορίζεται μετά από γνώμη της αρμόδιας Επιτροπής της Βουλής.

Με την παράγραφο 4 του άρθρου 7 διασφαλίζεται για πρώτη φορά η εκπροσώπηση και των δύο φύλων στα συμβούλια επιλογής.

Τέλος, με την παράγραφο 13 του άρθρου 7 ορίζεται επί το αυστηρότερο ότι «μέλος συμβουλίου που είναι ταυτόχρονα υποψήφιος για οποιαδήποτε από τις προς πλήρωση θέσεις δεν συμμετέχει στις συνεδριάσεις του σε καμιά φάση της διαδικασίας κρίσης και επιλογής», προκειμένου να προληφθούν περιπτώσεις ακυρότητας των πινάκων, οι οποίες συχνά προέκυψαν κατά την εφαρμογή των σχετικών ρυθμίσεων του ν. 3467/2006.

Άρθρο 17

Επιτροπές αποτίμησης του συγγραφικού έργου

Με το άρθρο 17 ρυθμίζονται τα θέματα σύνθεσης και συγκρότησης των επιτροπών αποτίμησης του συγγραφικού έργου των υποψηφίων σχολικών συμβούλων. Συγκεκριμένα η επταμελής σύνθεση και οι ιδιότητες των μελών εξασφαλίζουν την έγκυρη και αντικειμενική αξιολόγηση του συγγραφικού έργου. Παράλληλα, η πρόβλεψη για κοινοποίηση της αξιολόγησης στους υποψηφίους και για δυνατότητα ένστασης προσδίδουν διαφάνεια στη διαδικασία.

Άρθρο 18

Χρόνος και διαδικασία υποβολής αιτήσεων

Στο άρθρο 18 ορίζονται ο χρόνος και η διαδικασία υποβολής αιτήσεων κατά κατηγορία υποψηφίων στελεχών.

Στην παράγραφο 9 του ιδίου άρθρου προβλέπεται ότι οι υποψήφιοι για τους οποίους συντάσσονται αξιολογικοί πίνακες καταθέτουν δήλωση προτίμησης ύστερα από την ανακοίνωση των αξιολογικών πινάκων. Το στοιχείο αυτό συμβάλλει στην αποφυγή μεροληπτικών κρίσεων, οι οποίες αποτέλεσαν συχνό φαινόμενο με τις σχετικές ρυθμίσεις του ν. 3467/2006. Στην ίδια παράγραφο προβλέπεται ότι οι υποψήφιοι σχολικοί σύμβουλοι και διευθυντές εκπαίδευσης μπορούν να καταθέτουν δήλωση προτίμησης για μέχρι δύο από τις προκριθείσες θέσεις περιφερειακών διευθύνσεων εκπαίδευσης. Με τη ρύθμιση αυτή αίρεται ένας περιορισμός στην κινητικότητα των υποψηφίων στελεχών.

Στην παράγραφο 10, παρέχεται στον Υπουργό Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων η εξουσιοδότηση να ορίζει με απόφασή του που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, τη διαδικασία υποβολής των αιτήσεων των υποψήφιων στελεχών της εκπαίδευσης του άρθρου 1, τα υποβλητέα δικαιολογητικά και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.

Άρθρα 19, 20, 21, 22, 23

– Κρίση και επιλογή σχολικών συμβούλων

– Κρίση και επιλογή διευθυντών εκπαίδευσης, προϊσταμένων γραφείων και προϊσταμένων Κ.Ε.Δ.Δ.Υ.

– Κρίση και επιλογή διευθυντών σχολικών μονάδων και Σ.Ε.Κ.

– Κρίση και επιλογή προϊσταμένων τμημάτων εκπαιδευτικών θεμάτων

– Κρίση και επιλογή υποδιευθυντών σχολικών μονάδων και Σ.Ε.Κ, υπευθύνων τομέων Σ.Ε.Κ. και προϊσταμένων ολιγοθέσιων νηπιαγωγείων και δημοτικών σχολείων.

Στα άρθρα 19, 20,21,22 και 23 ορίζονται αναλυτικά οι διαδικασίες κρίσης και επιλογής κατά κατηγορία υποψηφίων στελεχών. Αξιοσημείωτη είναι η πρόβλεψη του άρθρου 23 σύμφωνα με την οποία ο σύλλογος των διδασκόντων κάθε σχολικής μονάδας και Σ.Ε.Κ. συντάσσει αιτιολογημένη πρόταση επιλογής υποδιευθυντή της σχολικής μονάδας ή του Σ.Ε.Κ. και υπευθύνων των τομέων του Σ.Ε.Κ., με βάση τα κριτήρια του άρθρου 15. Πρόκειται για ρύθμιση που αναβαθμίζει το ρόλο αυτού του συλλογικού οργάνου και διασφαλίζει μια κρίση στηριγμένη στην άμεση αντίληψη για την προσωπικότητα των υποψηφίων.

Άρθρο 24

Τοποθέτηση – ανάληψη υπηρεσίας

Στο άρθρο 24 αναφέρονται αναλυτικά οι διαδικασίες τοποθέτησης καθενός από τους επιλεγμένους για τις συγκεκριμένες θέσεις καθώς και διαδικασίες κάλυψης κενών ή κενούμενων θέσεων.

Άρθρο 25

Θητεία στελεχών και ανάληψη υπηρεσίας

Με το άρθρο 25 ρυθμίζονται θέματα ανάληψης υπηρεσίας των στελεχών και διάρκειας της θητείας τους. Συγκεκριμένα ορίζεται ότι η επιλογή και τοποθέτηση των στελεχών της δημόσιας εκπαίδευσης του παρόντος νόμου στις κενές θέσεις γίνεται για τετραετή θητεία, η οποία σε κάθε περίπτωση λήγει την 31η Ιουλίου του τέταρτου έτους που ακολουθεί την επιλογή τους.

Η επιλογή και τοποθέτηση σε κενούμενες θέσεις γίνεται για το υπόλοιπο της θητείας αυτής. Οι τοποθετούμενοι σε κενές ή κενούμενες θέσεις εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους μέχρι την ανάληψη της υπηρεσίας των νέων στελεχών. Στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου προβλέπεται ότι «η ανάληψη υπηρεσίας των τοποθετούμενων από τους αξιολογικούς πίνακες επιλογής είναι υποχρεωτική. Όσοι δεν αναλαμβάνουν υπηρεσία στις θέσεις που τοποθετούνται διαγράφονται από τον οικείο πίνακα επιλογής».

Άρθρο 26

Απαλλαγή των στελεχών της εκπαίδευσης από την άσκηση των καθηκόντων τους

Στο άρθρο 26 καθορίζονται οι λόγοι και η διαδικασία απαλλαγής των υπηρετούντων σε θέσεις στελεχών της εκπαίδευσης από τα καθήκοντά τους. Ως λόγοι ορίζονται α) σοβαροί προσωπικοί ή οικογενειακοί λόγοι ή λόγοι υγείας ή β) σοβαροί λόγοι αναγόμενοι σε πλημμελή άσκηση των υπηρεσιακών τους καθηκόντων, όπως ιδίως για αδυναμία άσκησης ελέγχου επί των υπαλλήλων, αδικαιολόγητη επιείκεια ή μεροληψία κατά τη σύνταξη των εκθέσεων αξιολόγησης, μη προσήκουσα συμπεριφορά προς τους πολίτες, ευθυνοφοβία, απροθυμία εφαρμογής νέων μεθόδων οργάνωσης, λειτουργίας και αποδοτικότητας, αδικαιολόγητη καθυστέρηση στη διεκπεραίωση των υποθέσεων, κακή συνεργασία με τους προϊσταμένους, τους υφισταμένους και τα λοιπά στελέχη της διοίκησης και μειωμένη ποιοτική και ποσοτική απόδοση. Με την παράθεση των επιμέρους περιπτώσεων πλημμελούς άσκησης των υπηρεσιακών καθηκόντων καλύπτεται ένα κενό στην ερμηνεία της σχετικής ρύθμισης.

Άρθρο 27

Μεταθέσεις τοποθετήσεις των στελεχών της εκπαίδευσης μετά τη λήξη της θητείας

Στο άρθρο 27 ρυθμίζονται θέματα μεταθέσεων, καθώς και τοποθετήσεων των στελεχών της εκπαίδευσης μετά τη λήξη της θητείας τους.

* * *

Άρθρο 29

Μεταβατικές διατάξεις

Στο άρθρο 29 περιλαμβάνονται μεταβατικές διατάξεις που αφορούν στην αυτοδίκαιη λήξη της θητείας των υπηρετούντων διευθυντών εκπαίδευσης από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

Στην παράγραφο 4 ορίζεται ότι «κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος νόμου τα πιστοποιητικά της παραγράφου 9 του άρθρου 11 δεν αποτελούν προϋπόθεση για την επιλογή στελέχους της εκπαίδευσης. Τα στελέχη που θα επιλεγούν ως σχολικοί σύμβουλοι, διευθυντές εκπαίδευσης και προϊστάμενοι γραφείων θα παρακολουθήσουν, κατά τη διάρκεια της θητείας τους, αντίστοιχο ειδικό πρόγραμμα και πρόγραμμα επιμόρφωσης στις Τ.Π.Ε. επιπέδου 1. Η επιτυχής συμμετοχή καταλήγει στη χορήγηση πιστοποιητικού διοικητικής ή καθοδηγητικής επάρκειας και γνώσεων και δεξιοτήτων στις Τ.Π.Ε. επιπέδου 1 αντίστοιχα. Σε διαφορετική περίπτωση το στέλεχος αντικαθίσταται από τον επόμενο στον αντίστοιχο πίνακα, ο οποίος διαθέτει πιστοποιητικό επάρκειας και Τ.Π.Ε. και έχει δηλώσει προτίμηση για τη συγκεκριμένη θέση».

Στην παράγραφο 5 ορίζεται ότι το πιστοποιητικό διοικητικής ή καθοδηγητικής επάρκειας δεν θεωρείται απαραίτητο προσόν για τους υποψήφιους διευθυντές σχολικών μονάδων κατά τις δύο πρώτες εφαρμογές του παρόντος νόμου.

Στην παράγραφο 6 αναφέρεται ότι «η μοριοδότηση της πιστοποιημένης επιμόρφωσης στις Τ.Π.Ε. επιπέδου 1 ισχύει μόνο κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος νόμου».

Στην παράγραφο 7 ορίζεται ότι «η θητεία όλων των στελεχών της εκπαίδευσης που θα επιλεγούν κατά την πρώτη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου λήγει ταυτόχρονα την 31.7.2015».

Τέλος με τις παραγράφους 8, 9, 10, 11 τροποποιούνται ρυθμίσεις του άρθρου 6 του ν.3839/2010 (ΦΕΚ 51) και του άρθρου 2 του π.δ.1/2003 και ρυθμίζονται θέματα που αφορούν στη συγκρότηση των ΠΥΣΠΕ και ΠΥΣΔΕ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄

ΘΕΜΑΤΑ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΩΝ ΜΕΤΑΒΟΛΩΝ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

Άρθρο 30

Θέματα μεταθέσεων

Στο άρθρο 30 ρυθμίζονται θέματα μεταθέσεων. Οι εκπαιδευτικοί υπηρετούν πραγματικά, για δύο τουλάχιστον έτη στην οργανική τους θέση, με μοναδική εξαίρεση αυτούς που ανήκουν σε συγκεκριμένες ειδικές κατηγορίες.

Άρθρο 31

Θέματα αποσπάσεων και μετατάξεων

Στο άρθρο 31 αντιμετωπίζονται θέματα αποσπάσεων και μετατάξεων. Στο πλαίσιο της αρχής «πρώτα ο μαθητής» ουδείς εκπαιδευτικός αποσπάται, με εξαίρεση τους υπεραρίθμους, πριν καλυφθούν οι λειτουργικές ανάγκες της μονάδας από την οποία αποσπάται ο εκαπιδευτικός. Οι αποσπώμενοι εκπαιδευτικοί λαμβάνουν τις μονάδες μετάθεσης του σχολείου όπου αποσπώνται ή του πλησιέστερου σχολείου στην υπηρεσία ή στο φορέα απόσπασης.

Μέχρι να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα στελέχωσης των υπηρεσιών της κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου και των περιφερειακών διευθύνσεων, των διευθύνσεων και των γραφείων εκπαίδευσης – για το οποίο η εδιικη πρόβλεψη μετατάξεων της παρ.5 του άρθρου 32 του παρόντος οι αποσπώμενοι στις υπηρεσίες αυτές θα λαμβάνουν επιπλέον δύο μονάδες μετάθεσης για κάθε έτος. Οι πλεονάζοντες εκπαιδευτικοί αποσπώνται κατά προτεραιότητα σε σχολικές μονάδες της ίδιας ή άλλης περιοχής ύστερα από πρόταση των αρμόδιων υπηρεσιακών συμβουλίων.

Προκειμένου οι αποσπάσεις σε υπηρεσίες και φορείς του Υπουργείου να πραγματοποιούνται σε πραγματικά λειτουργικά κενά και η κάλυψή τους να γίνεται με βάση τα προσόντα των ενδιαφερόμενων, όλες οι αποσπάσεις λήγουν την 31.8.2010, ενόψη και της ρύθμισης του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 8 του άρθρου 11 του ν. 3833/ 2010 – σύμφωνα με τον οποίο με ευθύνη του Υπουργού Παιδείας μειώνονται οι υφιστάμενες αποσπάσεις εκπαιδευτικών υποχρεωτικά κατά 50 % το αργότερο.

Τέλος με το άρθρο αυτό προβλέπεται η εθελοντική μετάταξη εκπαιδευτικών σε διοικητικές θέσεις της κεντρικής υπηρεσίας και των περιφερειακών υπηρεσιών του Υπουργείου, ώστε να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα της λειτουργίας των υπηρεσιών του σχεδόν αποκλειστικά με αποσπασμένους εκπαιδευτικούς. Όσοι θα μετατάσσονται με αυτή τη διαδικασία θα διατηρούν το ίδιο μισθολογικό καθεστώς. Η ρύθμιση αυτή αναμένεται να αποτελέσει κίνητρο για τους εκπαιδευτικούς που για πολλά έτη είναι αποσπασμένοι σε διοικητικές θέσεις και, επομένως, διαθέτουν μεγάλη διοικητική εμπειρία.

Άρθρο 32

Προγραμματισμός και αξιολόγηση της δράσης των σχολικών μονάδων και των εκπαιδευτικών

Στο άρθρο αυτό θεσμοθετείται ο ετήσιος προγραμματισμός της δράσης κάθε σχολικής μονάδας και η εν συνεχεία αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου αυτής. Η αξιολόγηση αποτελεί μοναδική διαδικασία διαπίστωσης της θετικής αλλά και της αρνητικής πορείας, και εντοπισμού των αδυναμιών της σχολικής μονάδας. Είναι μια εσωτερική διαδικασία που επιδιώκει την ενεργοποίηση των μελών της με στόχο τη βελτίωση των εκπαιδευτικών πρακτικών.

Οι τομείς στους οποίους θα αφορά η αξιολόγηση και κάθε άλλη σχετική διαδικασία θα προβλέπονται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων.

Στην Έκθεση Αξιολόγησης θα συμμετέχουν μαθητές και ο σύλλογος γονέων, οι οποίοι και θα ενημερώνονται για τα αποτελέσματα και μέσω διαδικτύου.

* * *

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄

ΘΕΜΑΤΑ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

Άρθρο 39

Θέματα εκκλησιαστικών γυμνασίων και λυκείων

Στο άρθρο 39 τροποποιούνται συμπληρώνονται και αντικαθίστανται διατάξεις των άρθρων 19, 20, 23, 24 και 25 του ν. 3432/2006 που αφορούν τα εκκλησιαστικά γυμνάσια, και λύκεια, ως προς την οργάνωση και λειτουργία τους, το εκπαιδευτικό προσωπικό (κυρίως ως προς τον διορισμό ή την πρόσληψή του) και τα συλλογικά όργανα ως προς την συγκρότηση και τη λειτουργία τους. Με τις ρυθμίσεις αυτές καθίστανται σαφέστερες οι διατάξεις που διέπουν τα εκκλησιαστικά γυμνάσια και λύκεια, και εναρμονίζεται η λειτουργία τους με τα σχολεία της δημόσιας δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

Στην παράγραφο 1 και 2 αίρονται ασάφειες στις διατάξεις που διέπουν την οργάνωση και λειτουργία των εν λόγω σχολείων.

Στην παράγραφο 3 αναθεωρούνται οι διατάξεις ως προς τον διορισμό ή την πρόσληψη των εκπαιδευτικών και η όλη διαδικασία γίνεται εφεξής από τους πίνακες που συντάσσονται από το ΑΣΕΠ για τους εκπαιδευτικούς της δημόσιας δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, και απλουστεύεται η διαδικασία μεταθέσεων, αποσπάσεων, μετατάξεων, εκπαιδευτικών αδειών κλπ..

Με τις παρ. 4, 5, 6, 7, και 8 αναθεωρούνται οι διατάξεις που διέπουν το Υπηρεσιακό και Εποπτικό Συμβούλιο, της Δευτεροβάθμιας Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης.

Άρθρο 40

Θέματα καταργούμενων και συγχωνευομένων εκκλησιαστικών γυμνασίων και γενικών εκκλησιαστικών λυκείων

Στο άρθρο 40 ρυθμίζονται τα θέματα που προκύπτουν από την κατάργηση ή συγχώνευση εκκλησιαστικών γυμνασίων και γενικών εκκλησιαστικών λυκείων, κυρίως τα θέματα που αφορούν το εκπαιδευτικό και διοικητικό προσωπικό, τον εξοπλισμό, τις οργανικές θέσεις του προσωπικού και το αρχείο των μαθητικών θεμάτων.

Άρθρο 41

Μεταβίβαση δικαιώματος υπογραφής

Στο άρθρο 41 παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων να μπορεί να μεταβιβάζει αρμοδιότητες, που αφορούν σε εκκλησιαστικά γυμνάσια και λύκεια, κυρίως σε περιφερειακά όργανα της δημόσιας εκπαίδευσης, επειδή τα εκκλησιαστικά σχολεία δεν έχουν περιφερειακές υπηρεσίες ώστε να αποφεύγονται γραφειοκρατικές διαδικασίες και καθυστερήσεις που είναι χρονοβόρες και σε βάρος της λειτουργίας τους.

Άρθρο 42

Μετατροπή των κενών θέσεων διακόνων και ιεροκηρύκων σε θέσεις εκκλησιαστικών υπαλλήλων

Στο άρθρο 42 προβλέπεται η μετατροπή, συγκεκριμένων κενών θέσεων διακόνων και ιεροκηρύκων σε θέσεις εκκλησιαστικών υπαλλήλων διαφόρων κλάδων και ειδικοτήτων, προκειμένου να καλυφθούν επείγουσες ανάγκες της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών και των Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Ελλάδος, της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης και των Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας Κρήτης καθώς και των Ιερών Μητροπόλεων Δωδεκανήσου. Οι προτεινόμενες για μετατροπή θέσεις είναι σύμφωνα με τις προτάσεις που έχουν κατατεθεί από τους φορείς της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ελλάδα. Από τις ρυθμίσεις του άρθρου αυτού δεν προκαλείται επιπλέον επιβάρυνση στον κρατικό προϋπολογισμό , καθόσον η πίστωση που εξοικονομείται από την κατάργηση κενών θέσεων διακόνων και ιεροκηρύκων είναι αντίστοιχη με τη δαπάνη που προκαλείται από την πλήρωση των θέσεων εκκλησιαστικών υπαλλήλων.

Άρθρο 43

Θέματα της Εκκλησίας της Ελλάδος, της Εκκλησίας Κρήτης και των Μητροπόλεων Δωδεκανήσου

Στο άρθρο 43 ρυθμίζονται επί μέρους θέματα της Εκκλησίας της Ελλάδος, της Εκκλησίας Κρήτης και των Ιερών Μητροπόλεων Δωδεκανήσου.

Στις παραγράφους 1, 2, 3 ανακατανέμονται οι προβλεπόμενες συνδρομές και εισφορές από εφημερίους και διακόνους για τις εκδόσεις των εκκλησιαστικών εντύπων «ΕΚΚΛΗΣΙΑ», «Απ. Τίτος» και «Δωδεκάνησος»

Στην παράγραφο 4, ρυθμίζεται μια αβλεψία στην κατανομή δύο ενοριών μεταξύ Μητροπόλεων του Νομού Ηρακλείου.

Στην παράγραφο 5 ρυθμίζονται θέματα της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης, Θρησκευτικού Καθιδρύματος κοινωφελούς σκοπού, που υπό την πνευματική προστασία του Οικουμενικού Πατριάρχη και παρέχεται δυνατότητα οικονομικής επιχορήγησης, για να συνεχίσει απρόσκοπτα την πολύχρονη αποστολή της.

Στην παράγραφο 6 παρέχεται η δυνατότητα στην Ιερά Επαρχιακή Σύνοδο της Εκκλησίας Κρήτης, να μπορεί με κανονισμούς και πράξεις να ρυθμίζει εσωτερικά ζητήματα των φορέων που υπάγονται σε αυτή, όπως τούτο προβλέπεται στον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος. Η πρόταση παρέχεται για λόγους δικαιοσύνης και ισονομίας. Προϋπόθεση για την έκδοση των σχετικών διοικητικών πράξεων είναι η έγκρισή τους από την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου και ότι δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού.

Άρθρο 44

Προγραμματικές συμβάσεις

Στο άρθρο 44 επεκτείνονται οι διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 3513/2006 (ΦΕΚ 265 Α΄) στην Εκκλησία Κρήτης και στις Ιερές Μητροπόλεις Δωδεκανήσου, και ικανοποιείται το αίτημα να τους δοθεί η δυνατότητα να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με το Δημόσιο και με φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα για την εκτέλεση έργων και δραστηριοτήτων αναπτυξιακού και ανθρωπιστικού χαρακτήρα, δυνατότητα που έχουν σήμερα οι φορείς της Εκκλησίας της Ελλάδος.

* * *

Άρθρο 47

Λοιπές διατάξεις

Στο άρθρο 47 ρυθμίζονται επιμέρους θέματα που αφορούν σε συγκεκριμένες εκκρεμότητες, η αντιμετώπιση των οποίων έχει επείγοντα χαρακτήρα για λόγους αποτελεσματικότητας και καλής λειτουργίας.

Στην παράγραφο 1 προβλέπεται ότι η Γενική Διεύθυνση Σπουδών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων καταργείται διότι το σύνολο σχεδόν των αρμοδιοτήτων της ανήκει στον Ειδικό Γραμματέα, προϊστάμενο του Ενιαίου Διοικητικού Τομέα Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης σύμφωνα με το άρθρο 2 της υπ’ αρ. Φ.908/13438/Η/30.1.2008 απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.

* * *

Στην παράγραφο 4 προβλέπεται η επίλυση ομαλής διεξαγωγής των πανελληνίων εξετάσεων για την πιστοποίηση επαγγελματικής κατάρτισης και του κρατικού πιστοποιητικού γλωσσομάθειας που δημιουργηθήκαν από την εφαρμογή του νόμου περί προστασίας της εθνικής οικονομίας για την αντιμετώπιση της δημοσιοοικονομικής κρίσης. ( ν.3833/2010)

* * *

Στις παραγράφους 8, 9, 10, 11, 12 αντικαθίστανται οι παράγραφοι 2 και 3 του έκτου άρθρου του ν. 3839/2010, για την ενιαία αντιμετώπιση των προϋποθέσεων για την συγκρότηση των υπηρεσιακών Συμβουλίων ΠΥΣΠΕ-ΠΥΣΔΕ με τις βασικές διατάξεις του πέμπτου άρθρου του ιδίου νόμου. Στην παράγραφο 13 αποσαφηνίζονται οι διοικητικές διαδικασίες όσον αφορά στην πρόσληψη των εκπαιδευτικών, που πρόκειται να υπηρετήσουν στο Αρσάκειο Ελληνοαλβανικό Κολλέγιο Τιράνων.

* * *

Άρθρο 48

Με το άρθρο αυτό ορίζεται η έναρξη ισχύος του νόμου.

Αθήνα, 26 Απριλίου 2010

Οι Υπουργοί

Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης

Ι. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ

Οικονομικών

Γ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων

Α. ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ

Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας

Λ. ΚΑΤΣΕΛΗ

ΤΡΟΠΟΠΟΙΟΥΜΕΝΕΣ – ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

* * *

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

ΕΠΙΛΟΓΗ ΣΤΕΛΕΧΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

5. Οι διατάξεις του Κεφαλαίου Α΄ του ν. 3467/2006 (Α΄ 128) καταργούνται με την παράγραφο 8 του άρθρου 29 του σχεδίου νόμου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄

ΘΕΜΑΤΑ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΩΝ ΜΕΤΑΒΟΛΩΝ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

6. Η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του π.δ. 50/1996 (Α΄ 45), που καταργείται με την παράγραφο 6 του άρθρου 30 του σχεδίου νόμου, έχει ως εξής:

«2. Η προτεραιότητα για τις μεταθέσεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύει και για τις μεταθέσεις από περιοχή σε περιοχή και για τις μεταθέσεις και τοποθετήσεις της ίδιας περιοχής.»

7. Οι διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 1824/1988 (Α΄ 296), που τροποποιούνται με την παράγραφο 5 του άρθρου 31 του σχεδίου νόμου, έχουν ως εξής:

«Μεταθέσεις και μετατάξεις εκπαιδευτικών

1. Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 και η παράγραφος 3 του κεφαλαίου Β΄ του άρθρου 16 του ν. 1566/1985 (ΦΕΚ 167) καταργούνται.

2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του κεφαλαίου Β’ του άρθρου 16 του ν. 1566/1985 αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι μεταθέσεις των εκπαιδευτικών από περιοχή μετάθεσης σε άλλη περιοχή μετάθεσης γίνονται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, ύστερα από πρόταση του οικείου κεντρικού υπηρεσιακού συμβουλίου, μέσα στον μήνα Απρίλιο. Περιοχή μετάθεσης νοείται είτε ο νομός είτε περιφέρεια μικρότερη του νομού.

Ο καθορισμός των περιοχών μετάθεσης γίνεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων».

3. Η παράγραφος 8 του κεφαλαίου Β΄ του άρθρου 16 του ν. 1566/1985 αντικαθίσταται ως εξής:

«8, Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, ορίζονται η διαδικασία, οι σχετικές προθεσμίες, τα όργανα, οι προϋποθέσεις, τα κριτήρια (στα οποία περιλαμβάνονται ιδίως η υπηρεσία σε σχολεία με δυσμενείς όρους διαβίωσης και λειτουργίας, η συνυπηρέτηση, η ανάγκη συνοίκησης συζύγων, η εντοπιότητα, η προστασία τέκνων, η ανάγκη για θεραπεία δυσίατων ασθενειών του ίδιου του εκπαιδευτικού ή των μελών της οικογένειας του και γενικότερα οικογενειακοί λόγοι), καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη διενέργεια των μεταθέσεων».

4. Εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που είναι αποσπασμένοι σε ελληνικά σχολεία του εξωτερικού μπορούν, κατά τη διάρκεια του έτους λήξης της απόσπασης τους, να υποβάλλουν αίτηση μετάθεσης από το νομό, στον οποίο ανήκουν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 16 του ν. 1956/1985*, σε άλλους νομούς ή περιοχές μετάθεσης. Όσοι δεν μετατίθενται σε άλλο νομό τοποθετούνται οριστικά σε σχολεία του ίδιου νομού σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 16 του ν. 1566/1985*.

[* Σφάλμα του νομοθέτη· πρόκειται για την υποπαράγραφο 9 της ενότητας Γ΄ του άρθρου 16 Ν. 1566/1985 (ΦΕΚ Α΄ 167/30.9.1985)].

5. Οι αιτήσεις μετάθεσης της προηγούμενης παραγράφου εξετάζονται από το αρμόδιο κεντρικό υπηρεσιακό συμβούλιο μαζί με τις αιτήσεις μετάθεσης των άλλων εκπαιδευτικών.

6. Οι μετατάξεις εκπαιδευτικών από κλάδο σε κλάδο κατά το άρθρο 16, παρ. 1 του ν. 1566/1985*, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 17 παρ. 14 περίπτωση στ’ του ν. 1586/1986 (Α’ 37), επιτρέπονται εφ’ όσον έχουν διοριστεί στη δημόσια εκπαίδευση εκείνοι που έλαβαν το πτυχίο τους στο ίδιο ημερολογιακό έτος με τον αιτούντα τη μετάταξη και υπέβαλαν αίτηση διορισμού στον κλάδο γία τον οποίο ζητείται η μετάταξη μέσα σε ένα έτος από τη λήψη του πτυχίου.

[* Σφάλμα του νομοθέτη· πρόκειται για την υποπαράγραφο 1 της ενότητας Δ΄ του άρθρου 16 Ν. 1566/1985].

7. Επιτρέπεται η μετάταξη εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε άλλες δημόσιες υπηρεσίες, καθώς και σε Ν.Π.Δ.Δ., εφ’ όσον υπάρχει σύμφωνη γνώμη των διοικούντων αυτά οργάνων. Οι μετατασσόμενοι πρέπει να κατέχουν τα προσόντα του κλάδου στον οποίο μετατάσσονται. Η μετάταξη γίνεται σε κενή θέση ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου, γνώμη των αρμόδιων υπηρεσιακών συμβουλίων και κοινή απόφαση των αρμόδιων κατά περίπτωση υπουργών. Η μετάταξη γίνεται με το βαθμό και το μισθολογικό κλιμάκιο που κατέχει ο μετατασσόμενος χωρίς την αποζημίωση του άρθρου 1 του παρόντος νόμου. Ο χρόνος που πλεονάζει στο βαθμό μετάταξης του εκπαιδευτικού θεωρείται ότι έχει διανυθεί στο βαθμό αυτόν για την προαγωγή στον επόμενο βαθμό και την επιλογή του ως προϊσταμένου οργανικής μονάδας στο φορέα που μετατάχθηκε. Ο συνολικός χρόνος υπηρεσίας που έχει διανυθεί στο φορέα από τον οποίο ο εκπαιδευτικός μετατάσσεται θεωρείται ως πραγματική υπηρεσία στη νέα θέση για τα θέματα υπηρεσιακής του κατάστασης. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 13 του ν. 1400/1983 (Α΄ 156) εφαρμόζονται και για τις μετατάξεις αυτού του άρθρου.

(8. Η παράγραφος 1 του κεφαλαίου Δ’ του άρθρου 15 του ν. 1566/1985 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Οι εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που διορίζονται τίθενται στη διάθεση των οικείων διευθύνσεων εκπαίδευσης και με απόφαση των προϊσταμένων των διευθύνσεων αυτών, ύστερα από πρόταση του οικείου περιφερειακού υπηρεσιακού συμβουλίου, τοποθετούνται οριστικά σε κενές οργανικές θέσεις των σχολείων των περιοχών μετάθεσης του νομού με βάση τις δηλώσεις προτίμησης τους και τα ισχύοντα κριτήρια για τις τοποθετήσεις των διοριζομένων»).

*** Η παρ. 8 καταργήθηκε με την παράγραφο 6 του άρθρου 47 του ν. 2413/1996 (Α΄ 124).

9. Η παράγραφος 5 του κεφαλαίου Α’ του άρθρου 16 του ν. 1566/1985 αντικαθίσταται ως εξής:

«5. Εκπαιδευτικοί που κρίνονται, κατά τις αξιολογικές κρίσεις, ακατάλληλοι για την προσφορά διδακτικού έργου, μπορεί όμως να κριθούν ως επαρκείς για την άσκηση διοικητικού έργου, παραπέμπονται με απόφαση του νομάρχη στο κεντρικό υπηρεσιακό συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει σύμφωνα με τις διατάξεις της επόμενης παραγράφου».

10. Στην παράγραφο 6 του κεφαλαίου Α’ του άρθρου 16 του ν. 1566/1985, εδάφιο τρίτο και μετά τις λέξείς «για το έργο του εκπαιδευτικού» προστίθενται οι λέξεις «ή έχει σοβαρούς λόγους υγείας,..».

8. Η διάταξη του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 8 του άρθρου 11 του ν. 3833/2010 (Α΄ 40), που καταργείται με την περίπτωση α της παραγράφου 6 του άρθρου 31 του σχεδίου νόμου, έχει ως εξής*:

(* Το απόσπασμα από τον πίνακά τροποποιούμενων και καταργούμενων διατάξεων παραλείπεται, καθώς ο ν. 3833/2010 έχει ήδη αναρτηθεί στον παρόντα ιστότοπο, για μετάβαση στον οποίο πιέστε εδώ)

9. Η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν, 2986/2002 (Α΄ 24), που καταργείται με την περίπτωση β της παραγράφου ό του άρθρου 31 του σχεδίου νόμου, έχει ως εξής:

«Για τους εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, που αποσπώνται στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και τα Γραφεία των Περιφερειακών Διευθύνσεων και των Διευθύνσεων και Γραφείων Εκπαίδευσης υπολογίζονται ως μονάδες μετάθεσης, για το χρονικό διάστημα της απόσπασής τους, οι προβλεπόμενες για τη σχολική μονάδα, στην οποία ανήκουν οργανικά. Σε κάθε άλλη περίπτωση απόσπασης υπολογίζονται ως μονάδες μετάθεσης οι προβλεπόμενες για τη σχολική μονάδα, στην οποία αποσπάται ο εκπαιδευτικός και προκειμένου για απόσπαση σε υπηρεσία οι προβλεπόμενες μονάδες για την πλησιέστερη σχολική μονάδα. Οι διατάξεις της παρούσας περίπτωσης ισχύουν από την έναρξη του σχολικού έτους 2002-2003.»

10. Η διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του ν. 3027/2002 (Α΄ 152), που καταργείται με την περίπτωση γ της παραγράφου 6 του άρθρου 31 του σχεδίου νόμου, έχει ως εξής:

«4. Οι εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που είναι σύζυγοι μελών Δ.Ε.Π. Πανεπιστημίων ή Ε.Π.Α. Τ.Ε.Ι., μπορούν με αίτηση τους να αποσπώνται κατά προτεραιότητα και για όσο χρόνο υπηρετεί το μέλος Δ.Ε.Π. ή Ε.Π., σε σχολικές μονάδες του ΠΥΣΠΕ ή ΠΥΣΔΕ του νομού όπου είναι η έδρα του Τμήματος ή Παραρτήματος του ΑΕΙ στο οποίο υπηρετεί ο/η σύζυγος τους.»

*** Η παρ. 4 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 4 παρ. 5 Ν. 3687/2008 (Α΄ 159).

* * *

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄

ΘΕΜΑΤΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

29. Η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 19 του ν. 3432/2006 (Α΄ 14), που καταργείται με την παράγραφο 1 του άρθρου 39 του σχεδίου νόμου, έχει ως εξής:

«3. Οι διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά για την ίδρυση, οργάνωση και εν γένει λειτουργία των Ενιαίων Εκκλησιαστικών Λυκείων έχουν εφαρμογή και για τα Εκκλησιαστικά Γυμνάσια.»

30. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 19 του ν. 3432/2006 (Α΄ 14), που αντικαθίστανται με την παράγραφο 1 του άρθρου 39 του σχεδίου νόμου, έχουν ως εξής:

«1. Τα Εκκλησιαστικά Γυμνάσια εξακολουθούν να διέπονται ως προς την εν γένει οργάνωση και λειτουργία τους από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 5 του άρθρου 69 του ν. 1566/1985 (ΦΕΚ 167 Α΄).

2. Τα Εκκλησιαστικά Γυμνάσια μπορούν να λειτουργούν μαζί με τα Ενιαία Εκκλησιαστικά Λύκεια έχοντας ενιαία διοίκηση, κατά τα οριζόμενα, με αποφάσεις του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, μετά από πρόταση του Εποπτικού Συμβουλίου Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης.»

31. Η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του ν. 3432/2006 (Α΄ 14), που αντικαθίσταται με την παράγραφο 2 του άρθρου 39 του σχεδίου νόμου, έχει ως εξής:

«1. Τα Ενιαία Εκκλησιαστικά Λύκεια διέπονται ως προς την ίδρυση, οργάνωση και εν γένει λειτουργία τους από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 2525/1997 (ΦΕΚ 188 Α΄), όπως ισχύουν κάθε φορά, και των προεδρικών διαταγμάτων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου αυτού. Για την έκδοση των προεδρικών αυτών διαταγμάτων και υπουργικών αποφάσεων απαιτείται σύμφωνη γνώμη του Εποπτικού Συμβουλίου Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης.»

32. Οι διατάξεις των παραγράφων 3, 4, 5 και 6 του άρθρου 23 του ν. 3432/2006 (Α΄ 14), που καταργούνται με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 42 του σχεδίου νόμου, έχουν ως εξής:

«3. Η αξιολόγηση των υποψηφίων γίνεται από εννεαμελές ειδικό Συμβούλιο το οποίο συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, με την οποία ορίζεται και ο γραμματέας του Συμβουλίου. Το Συμβούλιο απαρτίζεται: α) από τρία (3) μέλη που ορίζονται από την Ορθόδοξη Εκκλησία στην Ελλάδα, δύο από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, εκ των οποίων το ένα Αρχιερέας, ο οποίος και προεδρεύει του Συμβουλίου, και ένα από την Ιερά Επαρχιακή Σύνοδο της Εκκλησίας της Κρήτης και β) τέσσερα (4) μέλη που ορίζονται από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων μεταξύ μελών Δ.Ε.Π. ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης, Συμβούλων του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, Σχολικών Συμβούλων και Διευθυντών Δευτεροβάθμιας Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης και γ) τους δύο (2) αιρετούς εκπροσώπους του Υπηρεσιακού Συμβουλίου της Δευτεροβάθμιας Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης. Η θητεία του Συμβουλίου είναι διετής.

4. Από τους πίνακες διοριστέων και επιτυχόντων προσλαμβάνονται και οι αναπληρωτές και ωρομίσθιοι καθηγητές για την κάλυψη των αναγκών των σχολείων της Δευτεροβάθμιας Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης.

5. Για το διορισμό μόνιμων εκπαιδευτικών και τις προσλήψεις αναπληρωτών εκπαιδευτικών στην Αθωνιάδα Εκκλησιαστική Ακαδημία από τους πίνακες διοριστέων και επιτυχόντων απαιτείται και έγκριση της Ιεράς Επιστασίας του Αγίου Όρους, σύμφωνα με την Υ.Α. Φ.7626/6/ΑΣ/1785/1987 (ΦΕΚ 765 Β΄).

6. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, μετά από σύμφωνη γνώμη του Εποπτικού Συμβουλίου Δευτεροβάθμιας Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης, καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις διενέργειας της προκήρυξης διορισμού εκπαιδευτικού προσωπικού, τα κριτήρια επιλογής, στα οποία υποχρεωτικώς συμπεριλαμβάνεται ως πρόκριμα και συνέντευξη, καθώς και οι συντελεστές βαρύτητας, η διαδικασία επιλογής και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα.»

33. Οι διατάξεις των παραγράφων 2, 7 και 8 του άρθρου 23 του ν. 3432/2006 (Α΄ 14), που αντικαθίστανται με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 42 του σχεδίου νόμου, έχουν ως εξής:

«2. Οι διορισμοί του εκπαιδευτικού προσωπικού της Δευτεροβάθμιας Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης πραγματοποιούνται από πίνακες διοριστέων, που καταρτίζονται ανά κλάδο, μετά από σχετική δημόσια προκήρυξη. Οι πίνακες που καταρτίζονται διακρίνονται σε πίνακες διοριστέων, πίνακες επιτυχόντων και πίνακες απορριπτέων. Οι πίνακες διοριστέων ισχύουν για δύο (2) σχολικά έτη, οι πίνακες επιτυχόντων για τρία (3) σχολικά έτη και ο διορισμός γίνεται ανάλογα με τις υφιστάμενες ανάγκες και τον εγκεκριμένο κάθε φορά προγραμματισμό πλήρωσης των θέσεων.

7. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων μετά από σύμφωνη γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου Δευτεροβάθμιας Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης και με προσαρμογή των διατάξεων που ισχύουν για το εκπαιδευτικό προσωπικό της Δευτεροβάθμιας Δημόσιας Εκπαίδευσης ρυθμίζονται οι μεταθέσεις, αποσπάσεις, μετατάξεις, εκπαιδευτικές άδειες, επιμόρφωση, μετεκπαίδευση και αξιολόγηση των εκπαιδευτικών της Δευτεροβάθμιας Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης και λοιπά θέματα υπηρεσιακής κατάστασης αυτών.

8. Η επιλογή Διευθυντών και Υποδιευθυντών στα σχολεία της Δευτεροβάθμιας Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης γίνεται από το Συμβούλιο της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού. Για τα προσόντα, τα κριτήρια και τη διαδικασία επιλογής εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις που εκάστοτε ισχύουν για την επιλογή Διευθυντών και Υποδιευθυντών της Δημόσιας Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Με τη διαδικασία της παραγράφου 6 του άρθρου αυτού προσαρμόζονται οι ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου στις ιδιαίτερες συνθήκες λειτουργίας των σχολείων.»

34. Η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 24 του ν. 3432/2006 (Α΄ 14), που αντικαθίσταται με την παράγραφο 4 του άρθρου 42 του σχεδίου νόμου, έχει ως εξής:

«1. Συνιστάται στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Εποπτικό Συμβούλιο Δευτεροβάθμιας Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης, το οποίο αποτελείται από:

α) έναν (1) Αρχιερέα, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, ως Πρόεδρο,

β) έναν (1) Αρχιερέα, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του από την Ιερά Επαρχιακή Σύνοδο της Εκκλησίας της Κρήτης,

γ) έναν (1) Σύμβουλο ή Πάρεδρο του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου ή Σχολικό Σύμβουλο Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, ειδικότητας ή κλάδου Θεολόγων, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων,

δ) ένα (1) μέλος της Συνοδικής Επιτροπής Εκκλησιαστικής Εκπαιδεύσεως και Επιμορφώσεως του Εφημεριακού Κλήρου, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος,

ε) έναν (1) καθηγητή Ανώτατης Εκπαίδευσης, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων,

στ) ένα (1) Διευθυντή σχολικής μονάδας της Δευτεροβάθμιας Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και

ζ) τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης και Θρησκευτικής Αγωγής του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων ή το νόμιμο αναπληρωτή του.»

35. Η διάταξη του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 24 του ν. 3432/2006, που αντικαθίσταται με την παράγραφο 5 του άρθρου 39 του σχεδίου νόμου, έχει ως εξής:

«Με την απόφαση διορισμού ορίζεται και ο γραμματέας του Συμβουλίου, ο οποίος είναι μόνιμος διοικητικός υπάλληλος του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, κατά προτίμηση της Γενικής Γραμματείας Θρησκευμάτων.»

36. Η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 25 του ν. 3432/2006 (Α΄ 14), που αντικαθίσταται με την παράγραφο 5 του άρθρου 42 του σχεδίου νόμου, έχει ως εξής:

«1. Συνιστάται στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Υπηρεσιακό Σομβούλιο Δευτεροβάθμιας Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης, το οποίο αποτελείται από:

α) έναν (1) Αρχιερέα, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, ως Πρόεδρο,

β) έναν (1) Αρχιερέα, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του από την Ιερά Επαρχιακή Σύνοδο της Εκκλησίας της Κρήτης,

γ) έναν (1) Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, από τους υπηρετούντες στο Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

δ) έναν (1) Σύμβουλο ή Πάρεδρο του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου ή Σχολικό Σύμβουλο Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, ειδικότητας ή κλάδου Θεολόγων, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων,

ε) τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης και Θρησκευτικής Αγωγής του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων ή το νόμιμο αναπληρωτή του και

στ) δύο (2) αιρετούς εκπροσώπους του Εκπαιδευτικού Προσωπικού της Δευτεροβάθμιας Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης κατά προτίμηση με βαθμό Α’. Όταν συζητείται θέμα διοικητικού προσωπικού, αντί των παραπάνω αιρετών μελών, συμμετέχουν δύο (2} αιρετοί εκπρόσωποι του διοικητικού προσωπικού της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης. Οι αιρετοί εκπρόσωποι εκλέγονται με ισάριθμους αναπληρωτές, κατά τις κείμενες διατάξεις.»

37. Η διάταξη του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 25 του ν. 3432/2006, που αντικαθίσταται με την παράγραφο 7 του άρθρου 39 του σχεδίου νόμου, έχει ως εξής:

«Με την απόφαση διορισμού ορίζεται και ο γραμματέας του Συμβουλίου, ο οποίος είναι μόνιμος διοικητικός υπάλληλος του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.»

38. Οι διατάξεις του άρθρου 1 του ν.δ. 1398/1973 (Α΄ 112), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του ν. 673/1977 (Α΄ 238), που τροποποιείται με την παράγραφο 1 του άρθρου 42 του σχεδίου νόμου, έχουν ως εξής:

«Σύστασις θέσεων

1. Παρά τη Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών και ταις Ιεραίς Μητροπόλεσι της Εκκλησίας της Ελλάδος συνιστώται οκτακόσιοι είκοσι (820) οργανικάί θέσεις διακόνων, κατανεμόμεναι ως ακολούθως:

α) Τεσσαράκοντα (40) παρά τη Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών,

β) ανά είκοσι (20) παρ’ εκάστη των Ιερών Μητροπόλεων Αιτωλίας και Ακαρνανίας, Αττικής και Μεγαρίδος, Ηλείας, Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων, Ιωαννίνων, Κορινθίας, Μεσσηνίας, Πατρών, Τρίκκης και Σταγών και Φθιώτιδος και

γ) ανά δέκα (10) παρ’ εκάστη των λοιπών Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Ελλάδος.

2. Αι ως άνω οργανικοί θέσεις διακόνων κατανέμονται εκάστοτε, εις ενοριακούς Ναούς, δι’ αποφάσεως του οικείου Αρχιερέως.»

*** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 1 του ν. 673/1977 (Α΄ 238), «αι δια του αρθρ. 1 του ν.δ, 1398/1973 συσταθείσαι οκτακόσιοι είκοσι (820) οργανικοί θέσεις διακόνων, ανακατανέμονται όπως ορίζεται εις το αυτό άρθρον 1 του ν. 673/1977.»

*** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Με την παράγραφο 10 του άρθρου 6 του ν. 3255/2004 (Α΄ 138), ορίζεται ότι:

«10. Από τις υφιστάμενες θέσεις διακόνων που έχουν συσταθεί με το ν.δ. 1398/1973 (Α΄ 112) και έχουν κατανεμηθεί σε Ιερές Μητροπόλεις της χώρας μετατρέπονται σε θέσεις διοικητικών υπαλλήλων οι εξής:

α) δύο θέσεις της Ιεράς Μητροπόλεως Φθιώτιδος σε θέσεις ΠΕ κλάδου Διοικητικού-Οικονομικού,

β) μία θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Κυθήρων σε θέση ΤΕ κλάδου Διοικητικού Οικονομικού,

γ) μία θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Λαρίσης και Τυρνάβου σε θέση ΥΕ κλάδου Ευτρεπιστρίας,

δ) μία θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Σύρου, Τήνου, Ανδρου, Κέας και Μήλου σε θέση ΠΕ κλάδου Διοικητικού και μία θέση της ίδιας Μητροπόλεως σε θέση ΥΕ κλάδου Ευτρεπιστρίας,

ε) μία θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Λήμνου σε θέση ΠΕ κλάδου Διοικητικού-Οικονομικού,

στ) δύο θέσεις της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος και Αλμυρού σε θέσεις ΠΕ κλάδου Διοικητικού-Οικονομικού και μία θέση της ίδιας Μητροπόλεως σε θέση ΔΕ κλάδου Οδηγού Αυτοκινήτου,

ζ) μία θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης σε θέση ΠΕ κλάδου Διοικητικού και μία θέση της ίδιας Μητροπόλεως σε θέση ΥΕ κλάδου Κλητήρος,

η) δύο θέσεις της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς σε θέσεις ΔΕ κλάδου Οικονομικού και μία θέση της ίδιας Μητροπόλεως σε θέση ΠΕ κλάδου Διοικητικού.

Για το προσωπικό που θα διορισθεί στις θέσεις αυτές εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 20 του ν. 1476/1984 (Α’ 136).»

*** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Με το άρθρο 23 του ν. 3475/2006 (Α 146), ορίζεται ότι:

«Από τις υφιστάμενες θέσεις διακόνων, που έχουν συσταθεί με το ν.δ. 1398/1973 (Α΄ 112) για την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών και τις Ιερές Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος και με το ν.δ. 1399 /1973 (Α΄ 112) για την Ιερά Αρχιεπισκοπή Κρήτης και τις Ιερές Μητροπόλεις Κρήτης και Δωδεκανήσου, μετατρέπονται σε θέσεις διοικητικών υπαλλήλων, με αντίστοιχη μείωση των θέσεων των διακόνων, δέκα (10) θέσεις για τις Ιερές Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος και τρεις (3) θέσεις για τις Ιερές Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Κρήτης, ως εξής:

Α) Για την Εκκλησία της Ελλάδος:

α) δύο (2) θέσεις της Ιεράς Μητροπόλεως Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού σε θέσεις κλάδου ΠΕ Διοικητικού ή Οικονομικού,

β) μία (1) θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Γυθείου και Οιτύλου σε θέση κλάδου ΠΕ Διοικητικού ή Οικονομικού,

γ) δύο (2) θέσεις της Ιεράς Μητροπόλεως Βέροιας και Ναούσης, σε μία (1) θέση κλάδου ΠΕ Διοικητικού και μία (1) θέση κλάδου ΔΕ Γραμματέως,

δ) μία (1) θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Παροναξίας σε θέση κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού,

ε) μία (1) θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας σε θέση κλάδου ΠΕ Οικονομικού,

στ) μία (1) θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Ζιχνών και Νευροκοπίου, σε θέση κλάδου ΔΕ Γραμματέως,

ζ) μία (1) θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Σάμου και Ικαρίας, σε θέση κλάδου ΠΕ Οικονομικού,

η) μία (1) θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Κερκύρας και Παξών, σε θέση κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού.

Β) Για την Εκκλησία της Κρήτης:

α) δύο (2) θέσεις της Ιεράς Μητροπόλεως Λάμπης, Συβρίτου και Σφακίων σε θέσεις Κλάδου ΔΕ Γραφέων,

β) μία (1) θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου και Βιάννου σε θέση κλάδου ΤΕ Διοικητικού.

Για το προσωπικό που θα προσληφθεί στις παραπάνω θέσεις ισχύουν οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 20 του ν. 1476/1984 (Α΄ 136)».

39. Οι διατάξεις του άρθρου 1 του ν.δ. 1399/1973 (Α΄ 112), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του ν. 673/1977 (Α΄ 238), που τροποποιούνται με την παράγραφο 2 του άρθρου 42 του σχεδίου νόμου, έχουν ως εξής:

«Σύστασις θέσεων

1. Παρά τη Ιερά Αρχιεπισκοπή Κρήτης και ταις Ιεραίς Μητροπόλεσι Κρήτης και Δωδεκανήσου συνιστώνται εκατόν δέκα πέντε (115) οργανικάι θέσεις διακόνων, κατανεμόμεναι ως ακολούθως:

α) είκοσι (20) παρά τη Ιερά Αρχιεπισκοπή Κρήτης,

β) ανά δέκα (10) παρ’ εκάστη των Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Κρήτης και παρά τη Ιερά Μητροπόλει Ρόδου και

γ) ανά πέντε (5) παρ’ εκάστη των λοιπών Ιερών Μητροπόλεων Δωδεκανήσου.

2. Αι ως άνω οργανικαί θέσεις διακόνων κατανέμονται εκάστοτε, εις ενοριακούς Ναούς, δι’αποφάσεως του οικείου Αρχιερέως.»

*** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 3 του ν. 673/1977 (Α1 238), «αι δια του άρθρου 1 του ν.δ. 1399/1973 συσταθείσαι εκατόν δέκα πέντε (115) οργανικαί θέσεις διακόνων, ανακατανέμονται όπως ορίζεται εις το αυτό άρθρον 3 του ν. 673/1977.»

*** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Με το εδάφιο β του άρθρου 30 του ν. 3432/2006 (Α΄ 14) ορίζεται ότι:

«β) Από τις θέσεις που συστήθηκαν με το άρθρο 1 του ν.δ. 1399/1973 (Α΄ 112) μεταφέρονται από την Ιερά Μητρόπολη Ρόδου στην Ιερά Μητρόπολη Σύμης μια θέση Διακόνου και μια Ιεροκήρυκα, η οποία μετατρέπεται σε θέση λαϊκού υπαλλήλου κλάδου ΠΕ Διοικητικού.»

40. Η διάταξη του άρθρου 25 του ν. 817/1978 (Α΄ 170), που τροποποιούνται με την παράγραφο 3 του άρθρου 42 του σχεδίου νόμου, έχει ως εξής:

«1. Αι μη κατανεμηθείσαι εβδομήκοντα (70) οργανικαί θέσεις διακόνων του έδαφ. β΄ της παραγρ. 1 του άρθρου 1 του Ν. 673/1977 «περί ανακατανομής και ρυθμίσεως οργανικών τινών θέσεων διακόνων» μετατρέπονται εις θέσεις ιεροκηρύκων, κατανεμόμεναι εις τας ιεράς Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος δια Πρ. Διατάγματος εκδιδομένου προτάσει του Υπουργού Εθν. Παιδείας και Θρησκευμάτων.

2. Εκ των δια του άρθρου 1 του Ν. 673/1977 ανακατανεμομένων οργανικών θέσεων διακόνων, πέντε (5) εκ της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών και δύο (2) εξ εκάστης των Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Ελλάδος μετατρέπονται δια του παρόντος εις θέσεις ιεροκηρύκων παρά τη αυτή εκκλησιαστική Επαρχία.

3. Εκ των δια του άρθρου 3 του Ν. 673/1977 ανακατανεμομένων οργανικών θέσεων διακόνων, δύο (2) εκ της Ιεράς Αρχιεπισκοπής και των ιερών μητροπόλεων Κρήτης, τρεις (3) εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Ρόδου και ανά μία (1) εκ των ιερών μητροπόλεων Κω, Καρπάθου και Λέρου μετατρέπονται εις θέσεις ιεροκηρύκων παρά τη αυτή Εκκλησιαστική Επαρχία. Μία εκ των μετατρεπομένων εις θέσεις ιεροκηρύκων της ιεράς μητροπόλεως Ρόδου, μεταφέρεται εις την πατριαρχιακήν Εξαρχίαν Πάτμου.

4. Εις την περίπτωσιν αι κατά τας διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου μετατρεπόμενοι οργανικαί θέσεις διακόνων* είναι πεπληρωμέναι ήδη, η μετατροπή των εις θέσεις ιεροκηρύκων χωρεί** άμα τη καθ’ οιονδήποτε τρόπον κενώσει των.

(* Διόρθωση: στην αιτιολογική έκθεση αναφέρει «διαλόγων»

** Διόρθωση: στην αιτιολογική έκθεση αναφέρει «χωρίς»).

5. Τας θέσεις των περί ων αι προηγούμεναι παράγραφοι του παρόντος άρθρου ιεροκηρύκων καταλαμβάνουν κληρικοί άγαμοι κεκτημένοι πτυχίον ορθοδόξου Θεολογικής Σχολής διοριζόμενοι δια πράξεως του οικείου Αρχιερέως.

6. Ως προς την διαβάθμισιν, την περαιτέρω μισθολογικήν εξέλιξιν, τας πάσης φύσεως αποδοχάς και τον τρόπον καταβολής των, την περίθαλψιν και την ασφάλισιν των Ιεροκηρύκων τούτων, ισχύουν αι διατάξεις των άρθρων 3 και 5 των Ν.Δ. 1398/1973 και 1399/1973.»

41. Η διάταξη του άρθρου 23 του ν. 3475/2006 (Α΄ 146), που τροποποιείται* με την παράγραφο 4 του άρθρου 42 του σχεδίου νόμου, έχει ως εξής:

(* Διόρθωση: στην αιτιολογική έκθεση αναφέρει «τροποποιούνται»).

«Από τις υφιστάμενες θέσεις διακόνων, που έχουν συσταθεί με το ν.δ. 1398/1973 (ΦΕΚ 112 Α΄) για την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών και τις Ιερές Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος και με το ν.δ. 1399 /1973 (ΦΕΚ 112 Α΄) για την Ιερά Αρχιεπισκοπή Κρήτης και τις Ιερές Μητροπόλεις Κρήτης και Δωδεκανήσου, μετατρέπονται σε θέσεις διοικητικών υπαλλήλων, με αντίστοιχη μείωση των θέσεων των διακόνων, δέκα (10) θέσεις για τις Ιερές Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος και τρεις (3) θέσεις για τις Ιερές Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Κρήτης, ως εξής:

Α) Για την Εκκλησία της Ελλάδος:

α) δύο (2) θέσεις της Ιεράς Μητροπόλεως Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού σε θέσεις κλάδου ΠΕ Διοικητικού ή Οικονομικού,

β) μία (1) θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Γυθείου και Οιτύλου σε θέση κλάδου ΠΕ Διοικητικού ή Οικονομικού,

γ) δύο (2) θέσεις της Ιεράς Μητροπόλεως Βέροιας και Ναούσης, σε μία (1) θέση κλάδου ΠΕ Διοικητικού και μία (1) θέση κλάδου ΔΕ Γραμματέως,

δ) μία (1) θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Παροναξίας σε θέση κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού,

ε) μία (1) θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας σε θέση κλάδου ΠΕ Οικονομικού,

στ) μία (1) θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Ζιχνών και Νευροκοπίου, σε θέση κλάδου ΔΕ Γραμματέως,

ζ) μία (1) θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Σάμου και Ικαρίας, σε θέση κλάδου ΠΕ Οικονομικού,

η) μία (1) θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Κερκύρας και Παξών, σε θέση κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού.

Β) Για την Εκκλησία της Κρήτης:

α) δύο (2) θέσεις της Ιεράς Μητροπόλεως Λάμπης, Συβρϊτου και Σφακίων σε θέσεις Κλάδου ΔΕ Γραφέων,

β) μία (1) θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου και Βιάννου σε θέση κλάδου ΤΕ Διοικητικού.

Για το προσωπικό που θα προσληφθεί στις παραπάνω θέσεις ισχύουν οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 20 του ν. 1476/1984 (Α΄ 130).»

42. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 30 του ν. 3577/2007 (Α’ 130), που αντικαθίστανται με την παράγραφο 6 του άρθρου 42 του σχεδίου νόμου, έχουν ως εξής:

«Για τα θέματα αμοιβών, διορισμών και υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων αυτών, εφαρμόζονται οι περί εκκλησιαστικών υπαλλήλων εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις.»

43. Οι διατάξεις του άρθρου 3 του ν.δ. 83/1946 (Α΄ 202), όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 2 του ν.δ. 228/1973 (Α΄ 284), που τροποποιούνται με την παράγραφο 2 του άρθρου 43 του σχεδίου νόμου, έχουν ως εξής:

«1. Επί τη βάσει των κειμένων διατάξεων γινομένη κράτησις 5% υπέρ του Τ.Α.Κ. επί των αποδοχών των εφημερίων* δι’ ασφαλιστικήν αυτών εισφοράν αυξάνεται εις 6%.

(* Διόρθωση: στην αιτιολογική έκθεση αναφέρει «εφημερίδων»).

2. Η επί πλέον κράτησις του 1% αποτελεί ειδικήν εισφοράν των εφημερίων υπέρ του επισήμου δελτίου της Εκκλησίας της Ελλάδος «Εκκλησία» ήτις εισπραττομένη παρά των Δημοσίων Ταμείων συμφώνως προς τας διατάξεις του υπ’ αριθ. 536/45 α.ν.* αποδίδεται κατά τριμηνίαν υπό του Τ.Α.Κ.Ε. εις την διαχείριση της «Εκκλησίας» προς έκδοσιν αυτής.»

(* Παραλείπεται ένδειξη άνευ νοήματος που παρατίθεται στην παρούσα αιτιολογική έκθεση).

44. Οι διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 3513/2006 (Α΄ 265), που τροποποιούνται με το άρθρο 44 του σχεδίου νόμου, έχουν ως εξής:

«Άρθρο 12

Προγραμματικές συμβάσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος

1. Για τη μελέτη και εκτέλεση έργων και προγραμμάτων της Εκκλησίας της Ελλάδος, τα οποία συμβάλλουν στην εθνική, κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική πρόοδο του τόπου, καθώς και για την παροχή υπηρεσιών ανθρωπιστικού χαρακτήρα, η Διαρκής Ιερά Σϋνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, οι Ιερές Μητροπόλεις, καθώς και τα Ν.Π.Δ.Δ. και οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις της Εκκλησίας, μέλη των οποίων είναι αποκλειστικά Ν.Π.Δ.Δ., μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με το Δημόσιο, μεταξύ τους και με φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Στις Προγραμματικές συμβάσεις επιτρέπεται και η συμμετοχή επιχειρήσεων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, των Περιφερειακών Ταμείων, των επιμελητηρίων και των επιστημονικών φορέων δημοσίου δικαίου, των συνεταιρισμών και των ενώσεων συνεταιρισμών και των εργοδοτικών και εργατοϋπαλληλικών ενώσεων, των αναπτυξιακών επιχειρήσεων, υπό τη μορφή Α.Ε. και Ε.Π.Ε., τις οποίες έχει συστήσει ή θα συστήσει η Εκκλησία της Ελλάδος, καθώς και των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων της Εκκλησίας, τα μέλη των οποίων είναι αποκλειστικά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.

2. Η Προγραμματική σύμβαση περιλαμβάνει απαραιτήτως, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, το ειδικότερο αντικείμενο αυτής, το σκοπό και το περιεχόμενο των μελετών, των έργων, των προγραμμάτων ή των υπηρεσιών που αυτή αφορά, τον προϋπολογισμό τους, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις κάθε συμβαλλόμενου, το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης, τους πόρους από τους οποίους θα καλυφθούν οι αναλαμβανόμενες οικονομικές υποχρεώσεις και η διάρκεια της. Επίσης ορίζεται το όργανο παρακολούθησης της εφαρμογής τους και οι αρμοδιότητες του οργάνου αυτού, καθώς και οι ρήτρες σε βάρος του συμβαλλόμενου που παραβαίνει τους όρους της προγραμματικής σύμβασης.

3. Οι συμβαλλόμενοι φορείς για την εκτέλεση των προγραμματικών συμβάσεων μπορεί να χρηματοδοτούνται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων ή από προγράμματα και πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από τους προϋπολογισμούς των συμβαλλόμενων φορέων.»

* * *

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄

ΚΕΝΤΡΑ ΜΕΤΑΛΥΚΕΙΑΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

* * *

58. Η διάταξη της περίπτωσης Β της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του π.δ. 339/1990 (Α΄ 135), που καταργείται με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 47 του σχεδίου νόμου, έχει ως εξής:

«Β. Γενική Διεύθυνση Σπουδών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης που συγκροτείται από τις Διευθύνσεις.

α) Σπουδών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, β) Σπουδών Δευτεροβάθμιας, γ) Επιμόρφωσης, δ) Φυσικής Αγωγής και ε) Ειδικής Αγωγής.

(* Διόρθωση: στην αιτιολογική έκθεση απουσιάζουν τα κόμματα).

Η Γενική αυτή Διεύθυνση συντονίζει τη δράση των επί μέρους υπηρεσιακών μονάδων από τις οποίες συγκροτείται με σκοπό την παρακολούθηση και αξιολόγηση των σπουδών και την εφαρμογή των προγραμμάτων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.»

59. Η διάταξη του άρθρου 2 της υπ’ αρ. Φ.908/13438/Η/30-1-2008 απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (Β΄ 148), που τροποποιείται με το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 47 του σχεδίου νόμου, έχει ως εξής:

«Αρθρο 2

1. Ο Ενιαίος Διοικητικός Τομέας Θεμάτων Σπουδών, Επιμόρφωσης και Καινοτομιών του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων που συστάθηκε με την υπ’ αριθμ. ΣΤ5/14/26.3.1996 (ΦΕΚ 204 Β΄) κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων μετονομάζεται σε «Ενιαίο Διοικητικό Τομέα Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης».

2. Ο Ενιαίος Διοικητικός Τομέας Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης συγκροτείται από τις ακόλουθες διευθύνσεις:

α) Διεύθυνση Σπουδών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης,

β) Διεύθυνση Σπουδών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης,

γ) Διεύθυνση Συμβουλευτικού Επαγγελματικού Προσανατολισμού και Εκπαιδευτικών Δραστηριοτήτων,

δ) Διεύθυνση Φυσικής Αγωγής,

ε) Διεύθυνση Ειδικής Αγωγής και

στ) Διεύθυνση Ιδιωτικής Εκπαίδευσης.

3. Η θέση του Ειδικού Γραμματέα, προϊσταμένου του ενιαίου Διοικητικού Τομέα Θεμάτων Σπουδών, Επιμόρφωσης και Καινοτομιών μετατρέπεται σε θέση Ειδικού Γραμματέα, προϊσταμένου του Ενιαίου Διοικητικού Τομέα Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.

Ο Ειδικός Γραμματέας προΐσταται των υπηρεσιών του ενιαίου διοικητικού τομέα, συντονίζει τη λειτουργία τους, είναι υπεύθυνος για την ποιότητα του έργου τους και την αποδοτικότητα τους και προσυπογράφει όλα τα έγγραφα που προέρχονται από τις υπαγόμενες σε αυτόν υπηρεσίες και υπογράφονται από τον προϊστάμενο του υπουργό.»

60. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α και β της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ν. 2413/1996 [Α1 124), όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 8 του άρθρου 6 του ν. 2909/2001 (Α’ 90), που αντικαθίστανται με την παράγραφο 3 του άρθρου 47 του σχεδίου νόμου, έχουν ως εξής:

«α) Ένας καθηγητής παιδαγωγικού τμήματος ή παιδαγωγικού τομέα Α.Ε.Ι., που ορίζεται με τον αναπληρωτή του.

β) Ο Πρόεδρος ή άλλο μέλος του Δ.Σ. του Ινστιτούτου Παιδείας Ομογενών και Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης (Ι.Π.Ο.Δ.Ε.), που ορίζεται με αναπληρωτή του άλλο μέλος του Δ.Σ..»

* * *

64. Οι διατάξεις του έκτου άρθρου του ν. 3839/2010 (Α΄ 51) που τροποποιούνται με τις διατάξείς των παραγράφων 8, 9, 10 και 11 του άρθρου 47 του σχεδίου νόμου, έχουν ως εξής:*

(* Το απόσπασμα από τον πίνακά τροποποιούμενων και καταργούμενων διατάξεων παραλείπεται, καθώς ο ν. 3839/2010 έχει ήδη αναρτηθεί στον παρόντα ιστότοπο, για μετάβαση στον οποίο πιέστε εδώ)

65. Οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 2 του π.δ. 1/2003, που καταργούνται με την παράγραφο 10 του άρθρου 47 του σχεδίου νόμου, έχουν ως εξής:

(* Το απόσπασμα από τον πίνακά τροποποιούμενων και καταργούμενων διατάξεων παραλείπεται, καθώς περιέχεται στην αιτιολογική έκθεση του ν. 3839/2010 έχει ήδη αναρτηθεί στον παρόντα ιστότοπο, για μετάβαση στην οποία πιέστε εδώ)

66. Οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 3 του π.δ. 1 /2003, που τροποποιούνται με την παράγραφο 11 του άρθρου 47 του σχεδίου νόμου, έχουν ως εξής:

(* Το απόσπασμα από τον πίνακά τροποποιούμενων και καταργούμενων διατάξεων παραλείπεται, καθώς περιέχεται στην αιτιολογική έκθεση του ν. 3839/2010 έχει ήδη αναρτηθεί στον παρόντα ιστότοπο, για μετάβαση στην οποία πιέστε εδώ)

* * *


Kατηγορίες